Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΚΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΚΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Ύμνος προς τον θείον Ήλιο

 

Επάκουσον, Βασιλεύ του πνευματικού πυρός ακα­τά­βλητε των χρυσών ηνίων.
Επάκουσόν με χο­ρηγέ  του φωτός, κυρίαρχε της πηγής εξ ης ρέει η ζωή.
Συ εκ του ύψους του κόσμου των πλα­νητών διοχετεύ­εις πο­τα­μούς θείας αρμονίας, επάκουσόν με.
Κατέ­χον ύπερ­θεν του αιθέρος τον κεντρικόν θρόνον και έχων ως όψιν τον φωτεινό  κύκλο, όστις  είναι η καρδιά του κόσμου, πληροίς το παν δυνά­μεως, ικα­νής ώστε να αφυπνίσει εκ του λη­θάργου  τον αν­θρώπινο νουν. 
Η αταξία των αντιμαχομένων στοι­χείων τερ­ματίζεται άμα τη Ση λάμψει, ω υιέ του Πα­τρός ου το όνομα παραμένει άφα­τον. Ο χορός των αδέ­καστων μοιρών Σε υπακούει. Τη Ση επινεύσει εκεί­ναι μεταστρέ­φουν τους μεγαλοπρεπείς ιστούς της ει­μαρ­μένης διότι Συ Βασι­λεύς είσαι εις το υπερπέραν και Συ κυριαρχείς  πάσης δυνά­μεως ύπερθεν ημών.
Ω βέλ­τι­στε των Θεών, πνεύμα ευδαίμον, στεφό­μενο υπό των φλο­γών, εικών του δημιουργού των πάντων, ω συ ο εποπτεύων την άνοδο και την λύτρωσιν των ψυχών, επάκουσόν με και αποκαθάρουν με πά­σης ανο­μίας.
Λύτρωσόν με των κατα­δυναστευό­ντων με παθών. Απάλλαξόν με της τιμωρίας.
Εξιλέωσόν με ενώπιον της υπέρτατης Δικαιο­σύνης ης το ταχύ βλέμμα δια­περνά τα πάντα.
Μετάδος  εις το πνεύμα μου διαύγεια και ευδαι­μονία και εις τον οργανισμό μου το δώρο της  υγείας.
Οδήγησόν με προς την δόξα.
Μετάδος μου την ικανότητα να υπηρετώ τας Μούσας.
Και εάν, ότε αι Μοίραι κλώθουσι τους ιστούς, η στροφή των άστρων επιφέρει ημίν δυστυ­χία, απομάκρυνον αυτήν αφ’ ημών τη ακατα­βλήτω σου δυνάμει.

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

ΑΛΗΘΕΙΑ, ΑΝ ΔΕΝ ΕΡΧΟΣΟΥΝ ΘΑ ΕΚΛΕΙΝΑ



Αλήθεια, αν δεν ερχόσουν θα έκλεινα"

Με τα λόγια αυτά απευθύνθηκε ο φύλακας της Ακρόπολης των Αθηνών στον Πρόκλο, όταν εκείνος ανέβηκε στην Ακρόπολη για να προσκυνήσει, την στιγμή που εκείνος επρόκειτο να κλειδώσει τις πόρτες λίγο πριν φύγει.

Και τα λόγια αυτά αποδείχθηκαν προφητικά μιας και ο Πρόκλος, ο οποίος έγινε και ο Διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποτελεί μια μεγάλη μορφή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, ο οποίος σε εποχές δύσκολες κατόρθωσε να καταγράψει και να διασώσει ένα σημαντικότατο έργο και να εκπληρώσει την αποστολή που, κατά τον βιογράφο του Μαρίνο, του είχε αναθέσει η ίδια η θεά Αθηνά.

Είτε αυτό είναι αλήθεια, είτε αυτό αποτελεί υπερβολή του βιογράφου του Μαρίνου, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι σίγουρα δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, μιας και ο Πρόκλος μας παρέδωσε ένα

σημαντικότατο έργο, το οποίο αποτελεί θησαυρό για τους μελετητές της Ελληνικής Φιλοσοφίας, και το οποίο μας δίνει την απόδειξη ότι η Ελληνική Φιλοσοφία αποτελεί επιστήμη και μάλιστα σε εκπληκτική ταύτιση με τις ανακαλύψεις και προσεγγίσεις της σύγχρονης Φυσικής μιας και εκεί αναγνωρίζουμε και ταυτοποιούμε, έκπληκτοι μάλιστα, έννοιες όπως τη θεωρία της σχετικότητας, την έννοια του χωροχρονικού συνεχούς, την φύση της σκοτεινής ύλης και της σκοτεινής ενέργειας , ότι το σύμπαν είναι ένα ολογραφικό φράκταλ, την λογική για την ύπαρξη των πολλαπλών συμπάντων και άλλα.

Ο Πρόκλος τελικά, κατέγραψε και διέσωσε πολλά από αυτά που εδιδάσκοντο μέσα στην Ακαδημία και που δεν είχαν μέχρι τότε καταγραφεί και που ο Αριστοτέλης τα είχε ονομάσει «Αγραφα Δόγματα».

Τιμώντες λοιπόν την επέτειο της γέννησης του Πρόκλου που είναι την 8η Φεβρουαρίου, όπως προκύπτει από το ωροσκόπιο της γέννησης του που μας παραδίδει ο Μαρίνος, ας καταγράψουμε πολύ συνοπτικά κάποια γεγονότα από την ζωή του Πρόκλου.

Οι όποιες παραπομπές στο έργο του βιογράφου του Μαρίνου, προέρχονται από τιςεκδόσεις Κάκτος, για τις οποίες οφείλουμε να αποδώσουμε χάριτες και ευγνωμοσύνημιας και μας παρέδωσαν το σύνολο του έργου του Πρόκλου ( πάνω από 40 τόμους ) αφ’ενός μεν ως συμβολή στην προσπάθεια των Ελλήνων μελετητών να προσεγγίσουν σε βάθος την Ελληνική Φιλοσοφία, αφ’ετέρου δε ως ασπίδα απέναντι στους διάφορους περιφερόμενους επιτηδείους που αυτοπαρουσιαζόμενοι ως δάσκαλοι και προσπαθώντας να ικανοποιήσουν προσωπικά συμπλέγματα και φιλοδοξίες, παρουσιάζουν μια διαστρεβλωμένη και παραποιημένη προσωπική εκδοχή της Ελληνικής Φιλοσοφίας και ιδιαιτέρως της Ορφικοπυθαγορείου και Πλατωνικής γραμμής.

Ο Πρόκλος γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου την 8η Φεβρουαρίου του 412 Κ.Ε. Καταγόταν από μια πλούσια οικογένεια της Λυκίας. Όταν έγινε έφηβος, πήγε για σπουδές στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου κατ’αρχήν ασχολήθηκε με την ρητορική και στην συνέχεια με την φιλοσοφία με δασκάλους τον Ολυμπιόδωρο και τον μαθηματικό Ηρωνα.

Σε ηλικία 20 περίπου ετών μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εγκαθίσταται μόνιμα. Φοιτά στην Πλατωνική Ακαδημία με διευθυντή τον Πλούταρχο τον Αθηναίο και ακολούθως με τον Συριανό , τον οποίο και διαδέχεται στην διεύθυνση της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποκτώντας για τον λόγο αυτό, το προσωνύμιο Διάδοχος.

Κατά τον Μαρίνο, ο Πρόκλος είχε εξαιρετικά καλή κατάσταση των αισθήσεων και μάλιστα «της όρασης και της ακοής που έχουν δωριθεί από τους θεούς στους ανθρώπους για την φιλοσοφία και την καλή ζωή» ( υπονοώντας έτσι την δυνατότητα διόρασης και διακοής), σωματική δύναμη. είχε καλή μνήμη, ήταν φιλομαθής, γενναιόδωρος ευχάριστος, φίλαλήθης, δίκαιος, ανδρείος και σώφρων.

Η σχέση του με την θεά Αθηνά αρχίζει από την παιδική του ηλικία μιας και γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου του οποίου πολιούχος ήταν η Αθηνά.

« Τον υποδέχεται και σχεδόν τον γεννά η πολιούχος θεά του Βυζαντίου, η οποία υπήρξε τότε η αιτία της ύπαρξης του, καθώς γεννήθηκε στην πόλη της, και αργότερα φρόντισε για την καλή του κατάσταση, όταν πλέον έφτασε στην παιδική και την εφηβική ηλικία. Γιατί αυτή εμφανιζόμενη στο όνειρο του, τον καλούσε στην φιλοσοφία. Για αυτό πιστεύω σε αυτόν υπήρξε και μεγάλη οικειότητα με την θεά, ώστε και με εξαίρετο τρόπο να πραγματοποιεί τα μυστήρια της και με μεγαλύτερο ενθουσιασμό να ακολουθεί τις επιταγές της » μας λέει ο Μαρίνος.

Μεταβαίνοντας στην Αλεξάνδρεια και θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του σαν δικηγόρος, σπούδασε δίπλα στον σοφιστή Λεωνά και στον γραμματικό Ωρίωνα.

Μετά από ένα πολύ σύντομο ταξίδι στο Βυζάντιο, όπου και είδε σε όνειρο την θεά Αθηνά να τον προτρέπει να σπουδάσει φιλοσοφία στην Αθήνα, επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια σπούδασε κοντά στον φιλόσοφο Ολυμπιόδωρο και στον μαθηματικό Ηρωνα.

Όταν πια αισθάνθηκε ότι ήλθε η ώρα, ταξίδεψε στην Αθήνα, υπακούοντας στο όραμα και την προτροπή της θεάς Αθηνάς που είχε όταν ταξίδεψε στο Βυζάντιο.

« Για να διατηρηθεί πλέον ανόθευτη και γνήσια η διαδοχή στον Πλάτωνα, τον οδηγούν οι θεοί στην προστάτιδα της φιλοσοφίας, όπως ξεκάθαρα φανέρωσαν όσα προηγήθηκαν από το ταξίδι του, και τα θεικά σημάδια που πραγματικά συνέβησαν, προφητεύοντας σε αυτόν ξεκάθαρα την κληρονομιά από τον πατέρα του και την απόφαση για την διαδοχή που θα ερχόταν από ψηλά » μας τονίζει ο Μαρίνος, σημειώνοντας έτσι την σπουδαιότητα της αποστολής που είχε ανατεθεί στον Πρόκλο και που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται.

Η πρώτη επαφή του ήταν με τον Συριανό, ο οποίος και τον σύστησε στον Πλούταρχο τον γιό του Νεστορίου.

Εκείνος, διακρίνοντας την αγάπη και την έφεση του Πρόκλου για την φιλοσοφία , παρόλη την μεγάλη του ηλικία, αφιέρωσε πολύ χρόνο στην εκπαίδευση του, μετά δε από δύο χρόνια που πέθανε, την διδασκαλία του την ανέλαβε ο καινούργιος πλέον διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, ο Συριανός. Η εξέλιξη του Πρόκλου ήταν ραγδαία.

« Και αυτός εφαρμόζοντας άγρυπνη εξάσκηση και φροντίδα νύχτα-μέρα και καταγράφοντας συνοπτικά και με κριτικό πνεύμα όσα συζητούσαν, τόσο πολύ προόδευε σε μικρό χρονικό διάστημα ώστε όταν ήταν είκοσι οκτώ χρονών, έγραψε και πολλά άλλα και τα γλαφυρά και γεμάτα με επιστημονική γνώση υπομνήματα στον Τίμαιο »

Το έργο του Πρόκλου ήταν πολύ δύσκολο, διότι εκτός από τα εξεζητημένα θέματα της Φιλοσοφίας που διαπραγματευόταν, είχε να αντιμετωπίσει και την πνευματική παρακμή και τον σκοταδισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Αθήνα.

Ετσι θα βρούμε διάσπαρτα στα κείμενα του, δείγματα της αγωνίας και της αντίστασης που ακόμα αντέτασσαν οι πνευματικοί Ελληνες στην υποδούλωση της ελευθερίας της σκέψης.

Ο ίδιος ο Πρόκλος αναφέρει ότι : « Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, ότι και με άλλο τρόπο μπορεί να εκλείψει το ανθρώπινο γένος. Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν κάτοικοι τούτων εδώ των τόπων της Αττικής, μολονότι δεν συνέβη ούτε κατακλυσμός ούτε εκπύρωση αλλά μια τρομερή ασέβεια η οποία αφανίζει ολοκληρωτικά τα ανθρώπινα ».

Λέει δε σε ένα άλλο του έργο : « Οι άνθρωποι της εποχής μας κατεξοχήν συνηθίζουν να επικρίνουν τους παλαιούς μύθους ότι ευθύνονται για την μεγάλη αφ’ενός θρασύτητα στις περί θεών δοξασίες και αφ’ετέρου, για τις πολλές αταίριαστες και ταπεινές φανταστικές εικόνες, και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να οδηγούν τους πολλούς ανθρώπους στην τωρινή φοβερή και ανώμαλη καταπάτηση των ιερών θεσμών »

Σχετικά δε ο Μαρίνος αναφέρει : « Και το είδος της πολιτικής του ανδρείας το απέδειξε πραγματικά ηράκλειο. Γιατί αν και βρέθηκε μέσα σε μια παραζάλη καιτρικυμία περιστάσεων και σε τυφωνικούς ανέμους που φυσούσαν ενάντια στην έννομη ζωή, αυτός ο άνδρας σταθερά και ακλόνητα, αν και ριψοκίνδυνα, διέσωσε την ζωή του και, όταν κάποτε αποκαλύφθηκε σε ένα κλοιό αρπακτικών, έφυγε όπως μπορούσε από την Αθήνα, υπακούοντας στην περιφορά του σύμπαντος, και πραγματοποίησε το ταξίδι στην Ασία, και αυτό με πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια…..Αφού έζησε ένα μόνο χρόνο στην Λυκία, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα με την πρόνοια της θεάς της σοφίας »

Βοηθούσε όσο μπορούσε όσους ασχολούντο με την φιλοσοφία, απαιτώντας την στήριξη τους από τους τότε άρχοντες , ήταν δε συμπονετικός και φιλάνθρωπος προς όλους όσους υπέφεραν και είχαν ανάγκη.

Σε αντίθεση με το μισαλόδοξο πνεύμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή, ο Πρόκλος ετόνιζε ότι : « Στον Φιλόσοφο αρμόζει να μην είναι λάτρης μόνο μιας συγκεκριμένης πόλεως ούτε μόνο των πατροπαραδότων σε μερικούς εθίμων, αλλά ιεροφάντης όλου του κόσμου »

Πέραν όμως της επιστημονικής και φιλοσοφικής του γνώσης, την οποία έχει καταγράψει στα βιβλία του, ο Πρόκλος είχε και βιώματα τα οποία επιβεβαίωναν την γνώση του :

« Γιατί καθώς ήταν ήδη εξαγνισμένος και υπερτερούσε από τον κόσμο του γίγνεσθαι και περιφρονώντας όσα έχουν τις κατώτατες βαθμίδες μέσα σε αυτόν, εμυείτο μέσα στα πρώτα και έβλεπε με τα μάτια του τα εκεί αληθινά μακάρια θεάματα, χωρίς πλέον να συμπεραίνει με σταδιακούς και αποδεικτικούς συλλογισμούς την γνώση τους, αλλά σαν με την όραση βλέποντας με τις απλές συλλήψεις της νοερής ενέργειας τα υποδείγματα που βρίσκονται μέσα στον θεικό νού και λαμβάνοντας την αρετή, την οποία δεν θα την αποκαλούσε κανείς πλέον κυριολεκτικά φρόνηση, αλλά περισσότερο σοφία θα την ονομάσει ή και με κάποια άλλη πιο σεβαστή προσωνυμία »

Η θεολογική και φιλοσοφική του κατάρτιση ήταν τέλεια και κάλυπτε πολλές παραδόσεις τις οποίες και μελετούσε σε μια προσπάθεια συγκρητισμού, τα δε έργα του είναι πηγές όχι μόνο της Ορφικοπυθαγορείου και Πλατωνικής Φιλοσοφίας αλλά και των υπολοίπων Ελληνικών φιλοσοφικών σχολών.

« Ενεργώντας λοιπόν με βάση αυτήν ο Φιλόσοφος, εύκολα αναγνώρισε ολόκληρη την ελληνική και βαρβαρική θεολογία, που επισκιαζόταν από τις μυθικές εικονοπλασίες και την έφερε στο φως για όσους θέλουν και μπορούν να την παρακολουθήσουν, εξηγώντας τα πάντα με πολύ θεόπνευστο τρόπο και συνταιριάζοντας τα και μελετώντας όλα τα συγγράμματα των παλαιοτέρων με κριτικό βλέμμα υιοθετούσε μόνο ό,τι γόνιμο υπήρχε σε αυτά, ενώ αν έβρισκε κάτι άγονο, το απέρριπτε εντελώς ως ψεγάδι, και όσα ήταν εντελώς αντίθετα με όσα σωστά είχαν διατυπωθεί , τα διέψευδε σε κάθε σημείο τους μετά από πολύ λεπτομερή εξέταση, επεξεργαζόμενος το καθένα στις διδασκαλίες του με δεινότητα και σαφήνεια και ανατρέποντας τα όλα στα συγγράμματα του »

Ο Μαρίνος, παρόλο που θα μπορούσε να περιγράψει με πιο γνωστά και σταθερά στοιχεία που ακριβώς εβρίσκετο το σπίτι του Πρόκλου, προτίμησε να το προσδιορίσει αναφέροντας ιερά.
Ετσι, αναφερόμενος σε μια τελετή που είχε κάνει κρυφά ο Πρόκλος στο Ασκληπιείο για την ίαση της Ασκληπιαγένειας και υπονοώντας πόσο σκοτεινή ήταν η εποχή εκείνη για τους Ελληνες, θρησκευτές αναφέρει :

« Και τέτοιο έργο έκανε με τον ίδιο τρόπο με αυτή την περίπτωση διαφεύγοντας την προσοχή των πολλών και χωρίς να δίνει καμία αφορμή σε όσους ήθελαν να τον υπονομεύσουν, καθώς σε αυτό βοηθούσε και το σπίτι , στο οποίο αυτός κατοικούσε. Γιατί εκτός από τα άλλα τυχερά, η κατοικία του υπήρξε απολύτως κατάλληλη, την οποία και ο πατέρας του ο Συριανός και ο παππούς του, όπως ο ίδιος τον αποκαλούσε, Πλούταρχος κατοίκησαν, και η οποία ήταν γειτονική με το ξακουστό από τον Σοφοκλή Ασκληπιείο, αλλά και με το θέατρο του Διονύσου, ενώ φαινόταν ότι ήταν και με άλλους τρόπους αντιληπτή από την ακρόπολη της Αθηνάς »

Την μεγάλη του σχέση με την θεά Αθηνά, πέραν των ήδη αναφερθέντων, την περιγράφει πολύ συγκινητικά ο Μαρίνος, αναφερόμενος στην αρπαγή του αγάλματος της Αθηνάς από τον Παρθενώνα :

« Πόσο αυτός ήταν αγαπητός και στην ίδια την θεά της σοφίας, το παρουσίασε αρκετά και η επιλογή της φιλοσοφικής ζωής, η οποία έγινε έτσι, όπως ο λόγος πιο πάνω υπέδειξε. Αλλά και η ίδια η θεά με σαφήνεια το υπέδειξε, όταν το άγαλμα της που από το παρελθόν είχε τοποθετηθεί στον Παρθενώνα, μεταφερόταν από αυτούς που κινούν τα ακίνητα. Γιατί είδε ο φιλόσοφος στο όνειρο του ότι βρισκόταν δίπλα του μια όμορφη γυναίκα και ότι του ανήγγειλε ότι πρέπει πολύ γρήγορα να προετοιμάσει το σπίτι του. Γιατί η κυρίαρχη Αθηναίδα, του είπε, θέλει να μείνει κοντά σου »

Ο Πρόκλος δεν παρέλειπε να τιμά και όσους έπρεπε να τιμηθούν κατά τα πάτρια :

« Γιατί δεν είχε παραλείψει καμιά κατάλληλη στιγμή της συνηθισμένης λατρείας για αυτούς , σε κάποιες συγκεκριμένες ημέρες κάθε χρόνου, και περιερχόμενος τους τάφους των αττικών ηρώων και τα μνήματα των φιλοσόφων και των άλλων που υπήρξαν φίλοι και γνωστοί του, έκανε τα καθιερωμένα όχι μέσω κάποιου άλλου, αλλά ενεργώντας ο ίδιος. Και μετά από την λατρεία καθενός, έφευγε για την Ακαδημία και εξευμένιζε τις ψυχές των προγόνων του και γενικά όλες τις ψυχές της γενιάς του ξεχωριστά σε κάποιον τόπο. Από κοινού πάλι με τις ψυχές όλων των φιλοσόφων σε άλλο μέρος πρόσφερε χοές. Και εκτός από όλους αυτούς, ο ευσεβής οριοθέτησε και έναν τρίτο τόπο και μέσα σε αυτόν πρόσφερε εξιλαστήριες θυσίες σε όλες τις ψυχές των νεκρών »

Πέθανε το 124ο έτος από την βασιλεία του Ιουλιανού ή αλλοιώς την 17η Απριλίουτου 485 Κ.Ε.

Ετάφη σε κοινό τάφο με τον δάσκαλο του τον Συριανό, στην περιοχή του Λυκαβηττού, στο δε μνήμα του εγράφη και το παρακάτω επίγραμμα που το συνέθεσε ο ίδιος :

«Εγώ υπήρξα ο Πρόκλος, Λύκιος στην γενιά, το οποίο ο Συριανός
εδώ με ανέθρεψε διάδοχο της διδασκαλίας του.
Αυτός εδώ ο κοινός τάφος δέχτηκε τα σώματα και των δύο,
μακάρι και τις ψυχές μας κοινός τόπος να τις λάβει
»

Ο μεγάλος μαθηματικός Leibniz, σε μια επιστολή του στον N.Renand στις 11.2.1715 είχε γράψει : « Εάν κάποιος επανελάμβανε συστηματικά τον Πλάτωνα, θα προσέφερε μια μεγάλη υπηρεσία στην ανθρωπότητα ». Υπηρεσία, που αναμφίβολα προσέφερε ο Πρόκλος.

Ο δε Bernard de Moosburg, αναφερόμενος στον Πρόκλο λέει : « Η ανωτερότητα και η υπεροχή του έναντι των άλλων Πλατωνικών αποδεικνύεται από το ότι μπόρεσε να βάλει σε τάξη τα θεωρήματα του Πλάτωνα και να τα εξηγήσει αναλυτικά »

Τα έργα του Πρόκλου που είναι γνωστά και έχουν διασωθεί είναι τα εξής :
Σχόλια στον Πλατωνικό Τίμαιο
Σχόλια στην Πολιτεία του Πλάτωνα
Σχόλια στον Αλκιβιάδη του Πλάτωνα
Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα
Σχόλια στον Κρατύλο του Πλάτωνα
Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας
Στοιχείωσις Θεολογική
Περί των δέκα προς την πρόνοιαν απορρημάτων
Περί προνοίας και ειμαρμένης
Περί της των κακών υποστάσεως
Σχόλια στο Πρώτο Βιβλίο του Ευκλείδη
Σχόλια στα Εργα και Ημέρες του Ησιόδου
Υποτύπωσις Αστρονομικών Υποθέσεων
Υποτύπωσις Φυσική
Σφαίρα
Περί της Ιερατικής Τέχνης
Παράφρασις εις την Πτολεμαίου Συγγραφή
Εις την Τετράβιβλον Πτολεμαίου εξήγησις
Περί αιδιότητος Κόσμου ( το διασώζει ο Φιλόπονος στο «Κατά Πρόκλου» )
Εις το Πρώτον και το Δεύτερον της Νικομάχου Αριθμητικής εισαγωγής ( αρχικά είχε αποδοθεί στον Φιλόπονο)

Διασώζονται επίσης αποσπάσματα σε σχόλια στα Χαλδαικά Λόγια, στις Εννεάδες του Πλωτίνου και στα Χρυσά Επη του Πυθαγόρα καθώς και επτά Λειτουργικοί Υμνοι που συνέθεσε στον Ηλιο, την Αφροδίτη, τις Μούσες, σε όλους τους θεούς, στην Λύκια Αφροδίτη, στην Εκάτη, στον Ιανό και την Αθηνά.

(Όλα τα παραπάνω έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις Κάκτος)

Συνέγραψε και πλήθος άλλων έργων και μονογραφιών που δεν έχουν διασωθεί, όπως Σχόλια σε άλλους διαλόγους του Πλάτωνα, Συμφωνία Ορφέως, Πυθαγόρου και Πλάτωνος, Περί φωτός, Περί των Τριών Μονάδων, Περί των μυθικών Συμβόλων, Περί αγωγής, και άλλα.

Ο Πρόκλος θεωρείτο σοφός άνθρωπος στην εποχή του καθώς και από τους μεταγενέστερους του και ήταν ευρύτατα γνωστός ακόμη και σε μη Ελληνόφωνους, γι’αυτό και κάποια έργα του ( ολόκληρα ή τμήματα τους ) έχουν διασωθεί και σε Λατινική ή Αραβική μετάφραση.

Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τον Πρόκλο στον Ελληνικό χώρο γίνεται με τονΜιχαήλ Ψελλό και κορυφώνεται με τον Πλήθωνα Γεμιστό. Πολλοί δε οικειοποιήθηκαν και παραποίησαν μέρη του έργου του για να παρουσιάσουν δική τους φιλοσοφική θεώρηση, όπως για παράδειγμα ο ψευδο-Διονύσιος ο Αεροπαγίτης.

Σήμερα υπάρχει στην ξένη βιβλιογραφία απειρία βιβλίων, μελετών και άρθρων Πανεπιστημιακών και μη μελετητών του Πρόκλου.

Στην Ελληνική πραγματικότητα, πέραν της μεγάλης προσφοράς των εκδόσεων Κάκτος, αρχίζουν και εμφανίζονται δειλά-δειλά, μελέτες και αναλύσεις των έργων του Πρόκλου, τα οποία ευκτέον είναι να πολλαπλασιασθούν.


ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ!



ΟΡΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Σώμα, ψυχή, Νους (Δαίμων)


Ενδυμίων και Άρτεμη (Το άρμα του Ήλιου φεύγει-η Άρτεμη-Σελήνη κατεβαίνει να συναντήσει τον αγαπημένο της - Nicola Pussen

Όπως εξηγεί ο Χαιρωνεύς Πλούταρχος, στο έργο του «Περί Σωκράτους Δαιμόνιου» και στο «Περί εμφαινομένου προσώπου τω κύκλω της Σελήνης», το σώμα, η ψυχή και ο Νους αποτελούν τρία πράγματα εντελώς διακριτά μεταξύ τους, πιο διακριτά ακόμη και από τα τρία μέρη της ψυχής. Υπάρχουν δύο θάνατοι. Ο πρώτος αποτελεί χωρισμό του σώματος από τα άλλα δύο, δηλ. απο την ψυχή και τον νου, και συμβαίνει στην και εντός της γης. Ο δεύτερος θάνατος είναι χωρισμός του νου από την ψυχή και συμβαίνει στην σελήνη. Η ψυχή μετά τον πρώτο θάνατο στην γη ακολουθεί μία πορεία μέχρι τον λειμώνα, στο τρίστρατο, στο χωρικό διάστημα από την Γη έως την Σελήνη. Για 12 ημέρες. Η άφιξή της στην Σελήνη της φέρνει χαρά  και έκσταση παρόμοια με εκείνη που νιώθουν όσοι μυούνται στα μυστήρια. Έτσι η σελήνη είναι πλήρεις από τι υπάρξεις που κατόρθωσαν να ανέβουν μέχρις εκεί. Αυτές οι υπάρξεις είναι πλέον δαίμονες κατά θέση. Στέλνονται στην Γη για να εποπτεύσουν μαντεία, να τιμωρήσουν σφάλματα ή να προστατεύσουν τους ανθρώπους. Μία ημέρα ο έρωτάς τους για τον ήλιο θα τις οδηγήσει σε μία περαιτέρω απελευθέρωση : ο νους εγκαταλείπει την ψυχή, ενώ η τελευταία παραμένει στην σελήνη ωσότου αφομοιωθεί τελείως από αυτήν, όπως το σώμα από τη γη.[1]
Υπάρχει βέβαια και η αντίστροφη διαδικασία, λέγει ο Πλούταρχος : ο ήλιος σπέρνει νόες στην σελήνη και εκείνη διαμορφώνει από αυτούς ψυχές. Όταν αυτές πέσουν στη Γη, αποκτούν σώματα. Η σελήνη λοιπόν είναι το μόνος μέρος του κόσμου μας που λαμβάνει όσο και δίνει.
Επομένως, αποτελεί το μεσαίο στάδιο στην διαδικασία της οντογένεσης. Όπως στην πλατωνική «Πολιτεία», είναι οι Μοίρες που εποπτεύουν όλη την διαδικασία : Η Άτροπος στον ήλιο την θέτει σε κίνηση, η Κλωθώ που γυρίζει στη σελήνη ενώνει και συνδέει ενώ η Λάχεση δραστηριοποιείται όταν η ψυχή πλησιάζει στη γη.
Όπως λέγει και ο Πλούταρχος, στο «Περί εμφαινομένου προσώπου τω κύκλω της Σελήνης», οι περισσότεροι άνθρωποι, παρότι αποκαλούν με τα ορθά ονόματα της Δήμητρα και την Κόρη, τις σχετίζουν λανθασμένα και τις δύο με τον ίδιο τόπο. Η μία είναι στη γη και κυρία των επίγειων, η άλλη στην σελήνη και των επισελήνιων πραγμάτων, Κόρη και Φερσεφόνη/Περσεφόνη έχει ονομαστεί, το δεύτερο επειδή είναι φωσφόρος (φέρνει το φώς), ενώ Κόρη, επειδή και το ματιού το μέρος, μέσα στο οποίο αντιλάμπει (αντικατοπτρίζεται) το είδωλο του βλέποντος (αυτού που το κοιτάζει), όπως ακριβώς το φέγγος του ήλιου είναι ορατό στη σελήνη, κόρη ονομάζεται. Στα όσα πάλι λέγονται για την περιπλάνηση και την αναζήτηση στην περίπτωσή τους ενυπάρχει και κάποια δόση αλήθειας, διότι ποθούν η μία την άλλη, χωριστά καθώς βρίσκονται, και πολλές φορές αγκαλιάζονται στη σκιά. Το ότι πάλι η Κόρη τη μία βρίσκεται στον ουρανό και στο φως, την άλλη στο σκοτάδι και τη νύχτα δεν είναι βέβαια ψέμα, αλλά έδωσε αφορμή για λάθος στον υπολογισμό του χρόνου. Στα αλήθεια, δεν την βλέπουμε για έξι μήνες αλλά κάθε έξι μήνες κάτω από την γη (έκλειψη σελήνης), λες και την αγκαλιάζει η Δήμητρα με την σκιά της, ενώ σε λίγες περιπτώσεις την βλέπουμε να το παθαίνει κάθε πέντε μήνες, διότι είναι δυνατόν για αυτήν να εγκαταλείψει τον Άδη, εφόσον είναι πέρας του Άδη, όπως ακριβώς το είπε και ο Όμηρος (Οδύσσεια, ραψ. Δ’, σ. 563) εύστοχα με υπονοούμενα : «Αλά και στο Ηλύσιο πεδίο, τα πέρατα της γης. Στ’ αλήθεια, έθεσε το τέρμα της γης και το πέρας εκεί όπου η περιοχή της σκιάς της γης σταματά. Σε τούτο το σημείο κανένας φάυλος ή ακάθαρτος δεν ανεβαίνει, ενώ οι χρηστοί, αφού μεταφερθούν εδώ μετά τον θάνατο τους, συνεχίζουν να ζουν ζωη που είναι πιο εύκολη, όχι όμως μακάρια ούτε θεϊκή, μέχρι τον δεύτερο θάνατο τους».
Επίσης οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν σωστά σύνθετο τον άνθρωπο, όχι σωστά όμως σύνθετο από δύο μόνο στοιχεία. Πράγματι, θεωρούν τον νου μέρος κατά κάποιο τρόπο της ψυχής, σφάλλοντας όχι λιγότερο από εκείνους για τους οποίους η ψυχή θεωρείται μέρος του σώματος. Ενώ ο νους όμως είναι ανώτερο και πιο θεϊκό από την ψυχή όσο είναι η ψυχή από το σώμα.
Εκείνο το τμήμα, ο νους, λέγει ο Πλούταρχος, στο «Περί Σωκράτους Δαιμόνιου», μοιάζει σαν σημαδούρα προσαρτημένη στην κορυφή, η οποία επιπλέει στην επιφάνεια (της θάλασσας = γίγνεσθαι) ακουμπώντας στο κεφάλι του ανθρώπου, ενώ εκείνος μοιάζει σαν βουλιαγμένος στον βυθό. Και κρατώντας ορθή την ψυχή την βαστά για όσο καιρό εκείνη τον υπακούει και δεν κυριαρχείται από τα πάθη. Το τμήμα, λοιπόν που μένει βυθισμένο στο σώμα λέγεται ψυχή, ενώ το τμήμα που δεν υπόκειται σε φθορά οι πολλοί το αποκαλούν νου και νομίζουν ότι βρίσκεται εντός τους, όπως νομίζουν ότι είναι μέσα στους καθρέφτες τα είδωλα της αντανάκλασης. Όσοι, όμως έχουν ορθή αντίληψη το αποκαλούν δαίμονα που βρίσκεται εκτός τους. Μάλιστα πρώτος ο Πλάτων στον «Τίμαιο» μας λέγει ότι το κυρίαρχο μέρος της ψυχής, οφείλουμε να σκεπτόμαστε ως εξής για αυτό : ο θεός το έδωσε στο καθένα μας ως δαίμονα για να κατοικεί στην κορυφή του σώματός μας, να μας ανυψώνει από τη γη και μας φτάνει μέχρι τον ουρανό, δεδομένου ότι θεωρούμε δικαιολογημένα πως είμαστε ουράνια όντα και όχι γήινα. Και πραγματικά λέει ο Πλάτων, κρεμώντας το κεφάλι μας σας ρίζα από τον ουρανό, όπου αρχικά δημιουργήθηκε η ψυχή, η ο νους διατηρεί όρθιο το σώμα μας.
Όταν, λοιπόν, τα τρία τούτα συναρμοστούν λέγει ο Πλούταρχος, το σώμα η γη, την ψυχή η σελήνη, τον νου ο ήλιος παρέχει τη γέννηση του ανθρώπου, όπως από την άλλη μεριά στη σελήνη το φέγγος. Όσο για τον θάνατο που πεθαίνουμε, ο ένας, ο πρώτος, κάνει τον άνθρωπο αντί για τρία να αποτελείται από δύο μέρη – την ψυχή και τον νου, ο άλλος, ο δεύτερος θάνατος, αντί για δύο μέρη κάνει τον άνθρωπο να αποτελείται από ένα μέρος – τον νου. Ο πρώτος θάνατος συμβαίνει εντός της γης της Δήμητρας, μέσα σε αυτή γίνεται το μυστήριο και τους νεκρούς Δημήτρειους ονόμαζαν παλιά οι Αθηναίοι. Ο δεύτερος θάνατος γίνεται στην σελήνη της Φερσεφόνης/Περσεφόνης. Σύνοικος της μίας είναι ο χθόνιος Ερμής, της άλλης ο ουράνιος. Λύνει όμως τούτη γρήγορα και με βία την ψυχή από το σώμα, ενώ η Φερσεφόνη/Περσεφόνη με πραότητα και χρόνο πολύ τον νου από την ψυχή, για τούτο έχει αποκληθεί και μονογενείς, διότι μένει μόνο του το βέλτιστο μέρος του ανθρώπου, καθώς διαχωρίζεται από αυτήν.
Καθένα από αυτούς τους διαχωρισμούς επιτυγχάνεται κατά φύση και με τον τρόπο αυτό : πάσα ψυχή, τόσο δίχως νου όσο και με νου, όταν θα βγει από το σώμα, είναι ορισμένο από την ειμαρμένη να πλανηθεί μεταξύ Γης και σελήνης για ορισμένο χρονικό διάστημα – όχι ίσο, αλλά οι άδικες και ακόλαστες ψυχές πληρώνουν για τα αδικήματά τους, ενώ οι καλές όσο για να εξαγνιστούν, σαν να ήταν χαλασμένος ατμός, να εκπνεύσουν τα μιάσματα που έρχονται από το σώμα, στο πιο πράο μέρος του αέρα, τον οποίο αποκαλούν λιβάδι του Άδη (λειμώνας), πρέπει να μείνουν  για ορισμένο διάστημα.
Εκεί σαν να επαναφέρονται στην πατρίδα από την ξενιτιά της εξορίας, γεύονται χαρά παρόμοια με εκείνη που νιώθουν όσοι μυούνται στα μυστήρια, συνδυασμένη με ελπίδα γλυκιά αλλά ανακατεμένη σε μεγάλο βαθμό με ταραχή και έξαψη. Πράγματι, πολλές είναι εκείνες τις οποίες σπρώχνει εκείνη και απομακρύνει με το κύμα, μολονότι έχουν πιαστεί ήδη από την σελήνη, ορισμένες πάλι από τις εκεί βλέπουν να αναποδογυρίζονται, λε, πάλι σε βυθό. Όσες όμως έφτασαν επάνω και πάτησαν το πόδι τους γερά, πρώτα από όλα, όπως ακριβώς οι νικηφόροι, κάνουν γύρους, φορώντας στο κεφάλι τους στεφάνια από φτερά, στεφάνια της ευστάθειας, όπως λέγονται, επειδή στη ζωή απέδειξαν το άλογο και παθιασμένο στοιχείο της ψυχής αρκετά ευάγωγο στον Λόγο και κόσμιο. Δεύτερον, μοιάζοντας εξωτερικά με ακτίνες, από πυρ όμως η ψυχή, που κουφίζεται και πηγαίνει προς τα επάνω, στον γύρω από την σελήνη αιθέρα, παίρνουν από εκεί τόνο και δύναμη, όπως τα στομούμενα βαφή αντικείμενα σκληραίνουν.
Η σελήνη όντας ανακατεμένη μέχρι μέσα με αιθέρα, είναι έμψυχη και γόνιμη, ενώ ταυτόχρονα έχει ισορροπημένη αναλογία βαρύτητας και ελαφρότητας.
Η σελήνη καταμετρεί τη σκιά της γης με λίγα από τα δικά της μεγέθη όχι επειδή είναι μικρή, αλλά λόγω της θερμότητας, στον βαθμό που επιτυγχάνει την κίνηση της για να περάσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα από τον σκοτεινό τόπο (την σκιά), βγάζοντας έξω τις ψυχές των αγαθών, που την παροτρύνουν να κάνε γρήγορα και φωνάζουν, διότι, όταν μπαίνουν στην σκιά, που ονομάζεται Στύγα, δεν ακούνε πια την περί τον ουρανό αρμονία (την μουσική των ουράνιων σφαιρών). Ταυτόχρονα όμως και οι ψυχές των κολαζόμενων με οδυρμούς και αλαλαγμούς πλησιάζουν από κάτω εδώ, περνώντας μέσα από την σκιά (αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότεροι συνήθιζαν να χτυπούν χαλκώματα κατά τις εκλείψεις και να κάνουν θόρυβο και πάταγο ενάντια στις φαύλες ψυχές). Τις φοβίζει όμως και το αποκαλούμενο πρόσωπο, όταν φτάνουν κοντά, που είναι βλοσυρό και τρομακτικό να το βλέπεις. Ωστόσο στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε, αλλά, όπως ακριβώς η δική μας γη διαθέτει κόλπους βαθείς και μεγάλους, έναν εδώ που, περνώντας από τις Ηράκλειες στήλες, χύνεται μέσα προς το μέρος μας, έξω τον κόλπο της Κασπίας και τους γύρω από την Ερυθρά θάλασσα, έτσι και τούτα είναι βάθη της σελήνης και κοιλώματα. Από αυτά το μεγαλύτερο αποκαλείται από τους έλληνες μυχό της Εκάτης, όπου τιμωρούνται και παίρνουν εκδίκηση οι ψυχές για όσα τυχόν υποστούν ή πράξουν, αφού έχουν ήδη γίνει δαίμονες, και τα δύο Μακρές. Από μέσα τους περνούν οι ψυχές τη μια προς τη μεριά της σελήνης που βλέπει προς τον ουρανό, την άλλη προς την μεριά που βλέπει προς την Γη. Οι περιοχές της σελήνης που βλέπουν προς τον ουρανό ονομάζονται Ηλύσιο πεδίο, ενώ οι προς τα εδώ Φερσεφόνης/Περσεφόνης.
Ωστόσο, οι δαίμονες δεν μένουν για πάντα στη σελήνη, αλλά κατεβαίνουν εδώ να φροντίσουν για τα μαντεία, παρευρίσκονται κι αυτού και λαμβάνουν μέρος στις ανώτερες οργιαστικές τελετές, γίνονται τιμωροί αλλά και προστάτες έναντι των αδικημένων, αποδεικνύονται σωτήρες στους πολέμους και λάμπουν στη θάλασσα. Για ότι τυχόν δεν πράξουν σωστά σε αυτά τα θέματα, αλλά κινούμενοι από οργή, για να κάνουν κάποια άδικη χάρη ή πάλι από φθόνο, τιμωρούνται, εφόσον σπρώχνονται πάλι στην γη και φυλακίζονται σε ανθρώπινα σώματα. Από των βέλτιστων εκείνων είπαν οι ακόλουθοι του Κρόνου πως είναι οι ίδιοι αλλά και πριν από αυτούς στην Κρήτη οι Ιδαίοι Δάκτυλοι, στην Φρυγία οι Κορύβαντες, οι Τροφωνιάδες στην Ουδώρα της Βοιωτίας και μύριοι άλλοι σε πολλά μέρη της οικουμένης, των οποίων παραμένουν οι τελετές, οι τιμές και οι επωνυμίες, οι δυνάμεις όμως ορισμένων χάθηκαν, εφόσον πέτυχαν σε άλλο τόπο την αλλαγή προς το άριστο.
Την πετυχαίνουν άλλοι νωρίτερα και άλλοι αργότερα, όταν ο νους διαχωριστεί από την ψυχή. Διαχωρίζεται μέσω του έρωτα για την περί τον ήλιο εικόνα, με την οποία λάμπει και φαίνεται το εφετό (επιθυμητό), το καλό (ωραίο), το θεϊκό και το μακάριο, το οποίο κάθε φύση, η καθεμία με τον δικό της τρόπο, ορέγεται. Πράγματι, ακόμη και η ίδια η σελήνη λένε από έρωτα προς τον ήλιο εκτελεί συνεχώς τις περιφορές και τον συναντά, λαχταρώντας από αυτό ότι πιο γόνιμο. Η ουσία όμως της ψυχής μένει επάνω στη σελήνη, διατηρώντας κάποια ίχνη και όνειρα βίου, για να το πούμε έτσι, και για αυτήν να θεωρείς ότι σωστά έχει λεχθεί το «ψυχή σαν όνειρο φτερούγισε και πέταξε» στην Οδύσσεια, ραψ. Λ’,  σ. 222. Στην πραγματικότητα δεν το παθαίνει αμέσως ούτε αφού αποχωριστεί από το σώμα αλλά αργότερα, όταν μείνει έρημη και μόνη, αφού χωριστεί από τον νου. Αλλά και από όλα όσα είπε ο Όμηρος (Οδύσσεια, ραψ. Λ’, σ. 601 – 602) αυτά που ανέφερε για τον Άδη μοιάζουν να λέχθηκαν με την θεϊκή έμπνευση : «Μετά πήρα είδηση τον δυνατό Ηρακλή, το είδωλο του. Ο ίδιος είναι με τους αθάνατους θεούς».
Πραγματικά, αυτό που είναι ο καθένας από εμάς δεν είναι ούτε θυμός ούτε φόβος ούτε επιθυμία, όπως ακριβώς ούτε σάρκες και υγρά, αλλά αυτό με το οποίο διανοούμεθα, και η ψυχή, που δέχεται το αποτύπωμα του νου, που αφήνει με τη σειρά της αποτύπωμα στο σώμα και το αγκαλιάζει από παντού, αποκτά ως αποτύπωμα το είδος (μορφή). Έτσι ακόμη και αν χωριστεί από το ένα και από το άλλο, διατηρώντας για πολύ χρόνο την ομοιότητα και το αποτύπωμα, σωστά ονομάζεται είδωλο.
Τούτων η σελήνη είναι στοιχείο, διότι διαλύεται σε αυτή, όπως ακριβώς διαλύονται σε γη τα σώματα των νεκρών – γρήγορα οι ψυχές που διαθέτουν σωφροσύνη, που πόθησαν ζωή άνετη, χωρίς σκοτούρες και φιλοσοφημένη ζωή (διότι , αφότου εγκαταλείφτηκαν από τον νου και δεν έχουν πι καμία σχέση με τα πάθη, μαραίνονται).
Από τις φιλότιμες ψυχές (που αγαπούσαν τις τιμές), που αγαπούσαν τη δράση, από τις ψυχές που ερωτεύονται τα σώματα και λειτουργούσαν με το θυμικό ορισμένες ζουν σα σε ύπνο, βλέποντας για όνειρα ότι θυμούνται από τη ζωή, όπως ακριβώς η ψυχή του Ενδυμίωνα. Αν όμως το άστατο και επιρρεπές στα πάθη στοιχείο τις ξεσηκώνει και τις τραβάει από τη σελήνη προς άλλη γένεση, δεν τις αφήνει η σελήνη να γείρουν προς της Γη αλλά τις καλεί πίσω και τις καταθέλγει. Στα αλήθεια δεν είναι μικρό πράγμα ούτε κάτι που φέρνει ηρεμία και αρμονία, όταν, χωριστά από τον νου, αδράξουμε σώμα με το παθητικό μας μέρος. Οι Τίτυοι, οι Τυφώνες και ο γνωστός Πύθων, που κατέλαβε τους Δελφούς και έφερε το μαντείο άνω κάτω με την αυθάδειά του, ήταν σίγουρα από εκείνες τις ψυχές, που εγκαταστάθηκαν από τον Λόγο και στηρίχτηκαν στο παθιασμένο στοιχείο, το οποίο πλάνεψε η έπαρση.
Με τον χρόνο όμως δέχεται και αυτές πίσω η σελήνη και τις βάζει σε τάξη. Έπειτα, αφού παίρνει πάλι μέσα της τον νου με τη ζωτική δύναμη του ήλιου, που τον σπέρνει, δημιουργεί νέες ψυχές, ενώ η γη, τρίτη στη σειρά, προμηθεύει το σώμα, διότι η ίδια η γη δεν δίνει τίποτα αλλά δίνει πίσω μετά θάνατον όσα πήρε για την γένεση, ο ήλιος δεν παίρνει τίποτα αλλά παίρνει πίσω τον νου που έδωσε, ενώ η σελήνη και παίρνει και δίνει και συνθέτει και διαιρεί ανάλογα με τις διαφορετικές της δυνάμεις, από τις οποίες Ειλείθυια ονομάζεται αυτή που συνθέτη και Άρτεμις αυτή που διαιρεί. Από τις τρείς Μοίρες πάλι η Ατροπός είναι εγκατεστημένη περί τον ήλιο και δίνει αρχή στην γένεση, η Κλωθώ, που κινείται περί τη σελήνη, συνδέει και αναμιγνύει, ενώ τελευταία γύρω από την γη συμμετέχει στο έργο η Λάχεσις, η οποία έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην τύχη.

[1] Εδώ να σημειώσουμε την θέση του Ευριπίδη στην τραγωδία «Ελένη, σ. 1014 – 1016» : «ο νους  των νεκρών δεν ζει, αλλά έχει αιώνια συνείδηση αφού ενωθεί με τον αθάνατο αιθέρα - ὁ νος τν κατθανόντων ζι μν ο, γνώμην δ χει θάνατον εςθάνατον αθέρ μπεσών».


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...